en-academic.com en-academic.com
en-academic.com
  • EN
    • RU
    • DE
    • ES
    • FR
  • Remember this site
  • Embed dictionaries into your website

Academic Dictionaries and Encyclopedias

 
  • Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)
  • Interpretations

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)

τεντ - τούν

  • τέντα
  • τέντωμα
  • τεντωμένος
  • τεντώνομαι
  • τεντώνω
  • τέρας
  • τεράστιος
  • τερατώδης
  • τερετίζω
  • τέρμα
  • τερματισμός
  • τερμίτης
  • τερπνός
  • τέρψη
  • τεσσαρακοστός
  • τέσσερα
  • τέσσερις
  • τέταρτο
  • τέταρτος
  • τέτοιος
  • τετράγωνο
  • τετραπέρατος
  • τετραπλασιάζω
  • τετραπλός
  • τετριμμένος
  • τεύτλο
  • τεύχος
  • τεφροειδής
  • τεφρώδης
  • τέχνασμα
  • τέχνη
  • τεχνητός
  • τεχνικά
  • τεχνική
  • τεχνίτης
  • τεχνοκρατία
  • τεχνολογία
  • τεχνολογικός
  • τζαζ
  • τζάκι
Страницы
  • следующая →
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
18+
© Academic, 2000-2025
  • Contact us: Technical Support, Advertising
Dictionaries export, created on PHP,
Joomla,
Drupal,
WordPress, MODx.